Μετά την πρόσφατη εκλογή του ως νέου προέδρου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), ο Γιάννης Α. Ρέτσος μιλά στο “Κεφάλαιο” και θέτει τις προτεραιότητες για την ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού, την αύξηση των εσόδων και την προσέλκυση του επενδυτικού ενδιαφέροντος.
Όλα δείχνουν πως και η φετινή σεζόν θα είναι εξαιρετική, με ένα ακόμα ρεκόρ σε αριθμό επισκεπτών. Ποιο είναι τώρα το στοίχημα για τον ελληνικό τουρισμό;
Η φετινή τουριστική περίοδος θα είναι, όπως όλα δείχνουν, ιδιαίτερα θετική. Πρέπει όμως να είναι και η χρονιά βάση για την περαιτέρω εξέλιξη του τομέα. Η πραγματική επιτυχία θα είναι να διατηρούμε τη δυναμική του τομέα, ανεξαρτήτως του τι συμβαίνει διεθνώς και σε ανταγωνιστικούς μας προορισμούς, με άμβλυνση της εποχικότητας και φυσικά με πολύ καλύτερες αποδόσεις, σε τουριστικές δαπάνες και σε έσοδα. Αυτό θα το πετύχουμε μόνο αν από σήμερα ξεκινήσουμε να σχεδιάζουμε τις επόμενες ενέργειές μας προς την κατεύθυνση της επίλυσης των ζητημάτων που υπάρχουν και της περαιτέρω βελτίωσης της ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών. Θεωρούμε πολύ σημαντικό όλοι οι άνθρωποι του τουρισμού να συνεχίσουμε ενωμένοι και με κοινό όραμα να εργαζόμαστε προς αυτή την κατεύθυνση.
Παράλληλα, είναι σημαντικό να συντονίσουμε ενέργειες με τις οποίες θα ενεργοποιήσουμε και τους υπόλοιπους τομείς της ελληνικής οικονομίας. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να είναι και το όραμα για τον ελληνικό τουρισμό. Να συνθέσουμε τη θετική ροπή του τουρισμού με τον πρωτογενή τομέα, τη μεταποίηση, το εμπόριο και τις υπηρεσίες και να εκμεταλλευτούμε την εξωστρέφεια του τουρισμού ώστε να συμβάλλουμε στην επανεκκίνηση της οικονομίας και την ενίσχυση του κοινωνικού μας αποτυπώματος. Η συμβολή στο 25% του ΑΕΠ και στο 10% της απασχόλησης δεν είναι η οροφή. Ο τουρισμός μπορεί να συνεισφέρει ακόμα περισσότερα.
Σας προβληματίζει η πορεία των εσόδων και πού αποδίδετε τη μείωση των τουριστικών εισπράξεων;
Προφανώς μας προβλημάτισε η αρκετά μεγάλη απόκλιση που καταγράψαμε μεταξύ αφίξεων και εσόδων τη χρονιά που μας πέρασε, αλλά και στους πρώτους μήνες του έτους. Οι λόγοι είναι αρκετοί. Για παράδειγμα, καταγράψαμε μια γενική τάση περιορισμού της τουριστικής δαπάνης στους ευρωπαϊκούς προορισμούς και μείωση της μέσης παραμονής. Ωστόσο, ένας ακόμα βασικός λόγος είναι το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι ακριβότερη, κατά 6 με 7 μονάδες, έναντι των ανταγωνιστών της. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί δεν υπάρχουν πλέον περιθώρια για μειώσεις τιμών και συνεχείς προσφορές από τους επιχειρηματίες. Επιπρόσθετα, η τελευταία αύξηση του ΦΠΑ επιβάρυνε το τουριστικό πακέτο, με αποτέλεσμα όσοι ήρθαν στη χώρα μας να περιορίσουν τις δαπάνες τους, λόγω αυτής της αύξησης στο συνολικό κόστος του ταξιδιού τους. Είναι νωρίς ακόμα για να κρίνουμε, αλλά, αν επιστρέψουμε στη μέση δαπάνη και μέση διαμονή των προηγούμενων ετών, τότε θα ανακάμψουν και τα έσοδα.
Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο παρατηρούμε πολλές επενδύσεις στον ξενοδοχειακό χώρο. Τι έχει αλλάξει;
Δεν θα έλεγα ότι βλέπουμε μια “έκρηξη” επενδύσεων, αλλά κυρίως μια έξαρση του επενδυτικού ενδιαφέροντος. Το ενδιαφέρον για τον τομέα υπάρχει και είναι εξαιρετικά μεγάλο, αν και δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ένα μέρος αυτού πηγάζει και από την αίσθηση ότι στην Ελλάδα υπάρχουν πολλές “ευκαιρίες” λόγω της κρίσης. Το ζήτημα είναι ότι θα πρέπει αφενός μεν να πείσουμε τους ξένους επενδυτές να τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους στην Ελλάδα, αφετέρου δε να ενισχυθεί και να στηριχθεί η εγχώρια επενδυτική δραστηριότητα.
Η κανονικότητα, η θετική εικόνα και η ασφάλεια που επικοινωνούμε ως χώρα είναι ποιοτικοί παράγοντες που συμβάλλουν θετικά στις αποφάσεις των ξένων επενδυτών. Πρέπει όμως να τους δώσουμε και συγκεκριμένα κίνητρα, ώστε να επιταχυνθούν οι αποφάσεις και αυτό το ενδιαφέρον, οι προθέσεις, να “μεταφραστούν” τελικά σε επενδύσεις. Πρέπει να λυθούν βασικά ζητήματα, όπως σταθερό φορολογικό πλαίσιο για νέες επενδύσεις, χωροταξικό, χρηματοδοτικά εργαλεία, γραφειοκρατία και τόσα άλλα που θεωρώ ότι είναι γνωστά και δεν χρειάζονται περαιτέρω αναφορά.
Καμία μεγάλη και σοβαρή επένδυση δεν μπορεί να έρθει, όταν στη χώρα επικρατεί ο συνδυασμός της υπερφορολόγησης και του ασταθούς φορολογικού περιβάλλοντος. Κανείς σοβαρός επενδυτής δεν θα έρθει στη χώρα, όταν δεν ξέρει πόσο θα φορολογηθεί ή αν φοβάται ότι η υλοποίηση μίας επένδυσης μπορεί να εξελιχθεί σε “Γολγοθά”. Αυτές οι προϋποθέσεις, φυσικά, αφορούν και τους Έλληνες επενδυτές.
Πιστεύετε πως η υψηλή φορολόγηση στο τουριστικό προϊόν έχει επηρεάσει αρνητικά τη ζήτηση;
Όπως είπα και σε προηγούμενη ερώτηση, η Ελλάδα είναι σημαντικά πιο ακριβή σε σχέση με τους άμεσους ανταγωνιστές της. Αν είχαμε ανταγωνιστική φορολογία, είναι βέβαιο ότι η Ελλάδα θα πούλαγε πολύ πιο εύκολα, πολύ πιο αποδοτικά και πολύ πιο γρήγορα.
Από το 2018, όπως έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση, θα μπει φόρος διαμονής στη διανυκτέρευση. Πώς αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις του κλάδου το μέτρο;
Το έχουμε τονίσει προς κάθε κατεύθυνση και σε όλους τους τόνους: Ο φόρος διαμονής, εάν εφαρμοστεί, θα επιφέρει ένα συντριπτικό πλήγμα στην ανταγωνιστικότητα του τουριστικού προϊόντος. Ήδη το θέμα αυτό προκαλεί σοβαρά προβλήματα στις διαπραγματεύσεις με τους tour operators και στην τιμολογιακή πολιτική των επιχειρήσεων.
Οι 4 στρατηγικοί άξονες
Ποια θα είναι τα πρώτα σας βήματα από τη θέση σας ως νέου προέδρου του ΣΕΤΕ;
Μπροστά μας έχουμε 4 στρατηγικούς στόχους να υπηρετήσουμε.
1. Μακροχρόνια και σταθερή ανάπτυξη που θα μας κατατάξει σε ακόμα καλύτερη θέση στις μεγάλες τουριστικές δυνάμεις του κόσμου.
2. Ενότητα ολόκληρου του τομέα και εργασιακή ειρήνη ως απαραίτητος όρος επιτυχίας.
3. Διαρκής, αρμονική και επωφελής για την ελληνική οικονομία και τη χώρα σχέση με τις εκάστοτε κυβερνήσεις.
4. Ενδυνάμωση της κοινωνικής διάστασης του τουρισμού και ενίσχυση του κοινωνικού αποτυπώματος. Παράλληλα, πιστεύουμε ότι η εξωστρέφεια είναι μονόδρομος. Πρέπει να βρισκόμαστε, ιδίως τώρα, κοντά στα κέντρα των αποφάσεων και για αυτόν τον λόγο, δρομολογούμε την ίδρυση γραφείου του Συνδέσμου στις Βρυξέλλες.
Επιπρόσθετα, προτεραιότητά μας είναι η αποτελεσματική προβολή του ελληνικού τουριστικού προϊόντος και η ενίσχυση της εικόνας της χώρας, που επιτυγχάνεται σε μεγάλο βαθμό και με τη Marketing Greece, η οποία εξελίσσεται περαιτέρω.
Προτεραιότητά μας, επίσης, είναι να ενδυναμωθεί ακόμα περισσότερο το Ινστιτούτο του ΣΕΤΕ (ΙΝΣΕΤΕ), με σκοπό την καλύτερη τεκμηρίωση των στοιχείων, της επιχειρηματολογίας, του επιχειρησιακού σχεδιασμού και της εκπαίδευσης.
*Αναδημοσίευση από το “Κεφάλαιο” που κυκλοφορεί.