Κάθε χρόνο, από την αρχή της κρίσης, όλο και λιγότεροι Έλληνες μπορούν να φύγουν για διακοπές σε κάποιο από τα ελληνικά νησιά και όπως φαίνεται αυτή η τάση θα συνεχιστεί και αυτοί που θα απολαμβάνουν τα νησιά το Αιγαίου θα είναι μόνο οι ξένοι.
Μπορεί να ακούγεται υπερβολή αλλά ρεπορτάζ της εφημερίδας Καθημερινήεπιβεβαιώνει του λόγου το αληθές.
Το δημοσίευμα φέρνει ως παράδειγμα η απουσία επενδύσεων σε ξενοδοχειακές υποδομές εξαιτίας του πλήθους των αντικινήτρων που έχουν επιβληθεί και των φορολογικών αυξήσεων σε συνδυασμό με την αυξημένη ζήτηση από το εξωτερικό. Ανάλογη είναι η εικόνα και στην ακτοπλοΐα, αναφέρει το ρεπορτάζ επισημαίνοντας παράλληλα πως ο ελληνικός τουρισμός αλλάζει δραστικά, κάνοντας αναφορά στην Μύκονο όπου οι Έλληνες ήδη σπανίζουν και σε μέρη όπως η Ψαρού, η Παράγκα, ή στον Scorpios, οι Γερμανοί και οι Άραβες πλειοψηφούν εύκολα. Ίσως βέβαια κάποιος να πει ότι η Μύκονος είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση, όμως τι να πει κανείς για λιγότερο αναγνωρίσιμα διεθνώς νησιά όπως η Φολέγανδρος ή και η Μήλος. Μέρη στα οποία υπάρχουν υψηλές πληροτήτες και τιμές, από τα τέλη Ιουνίου έως τα τέλη Σεπτεμβρίου.
Αλλά ακόμα και σε νησιά της λεγόμενης άγονης γραμμής, όπως η Πάτμος, η οποία μέχρι πριν από λίγα χρόνια δεν έβλεπε τουρίστα πριν από τις 20 Ιουλίου και ποτές μετά τις 20 Αυγούστου τώρα δυσκολεύεται να φιλοξενήσει σε υψηλής ποιότητας καταλύματα επισκέπτες από τις αρχές του καλοκαιριού. Το νησί αυτό των Δωδεκανήσων αποτελεί ίσως μοντέλο για το τι συμβαίνει. Διαθέτει μόνον ένα πεντάστερο ξενοδοχείο, μικρού μεγέθους και λιγοστά αλλά οργανωμένα ξενοδοχεία. Τα πλοία δεν είναι καθημερινά και έτσι όποιος θέλει να κάνει – το κατ΄’ ελάχιστον- επτάωρο, συνήθως βραδινό ακτοπλοϊκό ταξίδι με την οικογένειά του, για να βρει καμπίνα και θέση για το αυτοκίνητο τον Ιούλιο πρέπει να έχει μεριμνήσει πολλές εβδομάδες νωρίτερα. Τυγχάνει αυξανόμενης αναγνωρισιμότητας, κυρίως μεταξύ Γερμανών και Γάλλων και παγίως μεταξύ Ιταλών. Ξεχειλίζουν έτσι πλέον τα υψηλής ποιότητας δωμάτια που μέχρι προ διετίας ήταν διαθέσιμα ακόμη και στα 150 ευρώ τη βραδιά το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιουλίου. Φέτος, ανάλογες τιμές ήταν διαθέσιμες μόνον στις αρχές Ιουνίου. Μαζί με του πεντάστερου ξενοδοχείου τις τιμές, όμως, ανέβηκαν και των κάθε λογής στούντιο και δωματίων.
Όλα αυτά συνεχίζει το δημοσίευμα της Καθημερινής, είναι λίγο πολύ «παρενέργειες» της αλματώδους αύξησης των ξένων τουριστών σε μια όλο και μεγαλύτερη σεζόν και της δυσκολίας εύρεσης εισιτηρίων για τις ακτοπλοϊκές συγκοινωνίες κατά την κορύφωση της θερινής περιόδου. Η αυξημένη ζήτηση από το εξωτερικό για τους ελληνικούς προορισμούς έχει οδηγήσει και τις τιμές σε επίπεδα, που αν και όχι υψηλά με βάση τα διεθνή στάνταρντ, είναι πλέον δυσπρόσιτα για τελικά νοικοκυριά των οποίων το διαθέσιμο εισόδημα ε΄χει μειωθεί κατά 34,6% την τελευταία επταετία.
Ο κίνδυνος να γίνουν απλησίαστες οι διακοπές για τους Έλληνες δεν είναι απλώς υπαρκτός, υπογραμμίζει η κυριακάτικη εφημερίδα και προσθέτει πως είναι γεγονός για ένα ολοένα και μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού , ακόμα και για άνω του μέσου όρου εισοδήματα. Ο εσωτερικός τουρισμός, στο σύνολο του τομέα, κρατούσε την περίοδο προ κρίσης 2006-2008 περίπου το το 25% του συνόλου των εσόδων (περίπου 4 δισ. ευρώ λένε τα στοιχεία των ειδικών). Κατά τη διάρκεια της κρίσης το ποσοστό αυτό κατέρρευσε, φτάνοντας το 2015 να καταγράφει μείωση 67%.
Πλέον, ολένα και λιγότεροι Έλληνες κλείνουν διακοπές,πάνε για λιγότερες ημέρες, ψάχνουν φτηνή διαμονή και δεν πληρώνουν για υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας, όπως ακριβά φαγητά, εκδρομές και spa.
Σε μια ελεύθερη οικονομία προσφοράς και ζήτησης τα ξενοδοχεία δεν θα μπορούσαν παρά να έχουν πλέον αντικαταστήσει το κενό των Ελλήνων με ξένους επισκέπτες. Αυτή η πρακτική αρχίζει να επεκτείνεται και στους προορισμούς που ανέκαθεν στηριζόταν σε μεγάλο βαθμό στην ελληνική αγορά. Την άγονη γραμμή για παράδειγμα.
Όμως, είναι θέμα επιβίωσης και για αυτές τις περιοχές να προσπαθούν να απευθύνονται πια πιο στοχευμένα και συστηματικά σε αλλοδαπούς επισκέπτες. Την ίδια ώρα, ενώ το ξενοδοχειακό στοκ την τελευταία επταετία έχει παραμείνει λίγο πολύ αμετάβλητο (9.000 ξενοδοχεία και 25.000 μικρά καταλύματα με μόλις το 40% των ξενοδοχειακών κλινών σε πεντάστερα συγκροτήματα), οι ξένες αεροπορικές αυξήσεις εκτοξεύτηκαν από 15 εκατ. το 2010 σε 23,5 εκατ. το 2015 και 25 εκατ. το 2016.
Φέτος αναμένεται να φτάσουν τα 28 εκατ. σύμφωνα με παράγοντες της τουριστικής αγοράς. Την περίοδο Ιανουαρίου-Μαΐου παρατηρείται συνολικά αύξηση 10,1% των διεθνών αεροπορικών αφίξεων σε σχέση με το πρώτο πεντάμηνο του 2016.
Δηλαδή, οι ξένοι τείνουν να διπλασιαστούν μέσα σε λίγα χρόνια. Όπως όμως διπλασιάστηκε στα ξενοδοχεία και ΦΠΑ…Και σαν να μην έφτανε αυτό, ως αντικίνητρο για επενδύσεις από τον ερχόμενο Ιανουάριο θα επιβάλλεται και τέλος διανυκτέρευσης με ό,τι αυτό σημαίνει για την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών ξενοδοχείων.
Ωστόσο, ο «συνωστισμός» των ξένων που «εκτοπίζει» τους Έλληνες, δεν έχει συνοδευτεί με ανάλογο άλμα στις ταξιδιωτικές εισπράξεις. Αντιθέτως αυτές υποχωρούν.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, ΤΟ 2016 ενώ οι αφίξεις και οι διανυκτερεύσεις αυξήθηκαν, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις μειώθηκαν κατά 6,8%, παρά την οριακή αύξηση (κατά 0,2%) των τιμών διανυκτέρευσης σε ξενοδοχεία με βάση τον σχετικό δείκτης της ΕΛΣΤΑΤ.
Και όμως, πριν από πέντε χρόνια μια έκθεση της McKinsey που είχε παραγγείλει το ελληνικό Δημόσιο από κοινού με την ΕΕ , για να εντοπιστούν οι τομείς που μπορούν φέρουν την ανάπτυξη στην Ελλάδα το είχε προβλέψει: Σημείωνε ότι για να μπορέσει ο ελληνικός τουρισμός να φέρει προστιθέμενη αξία στην οικονομία έπρεπε να προστεθούν 250.000 κλίνες πεντάστερων ξενοδοχείων, με τις 100.000 εξ αυτών να προέρχονται από νεόδμητα συγκροτήματα και τις άλλες 150.000 από αναβαθμίσεις υπαρχόντων. Τότε εκτιμήθηκε πως χρειάζονταν περί τα 3,3 δισ ευρώ επνδύσεων ετησίως έως το 2021, για να καλυφθεί η αύξηση των τουριστών υπό τον όρο να φτάσουν τα τε 35 εκατ. οι αφίξεις και οι εισπράξεις τα 40 δισ. ευρώ. Τον Οκτώβριο του 2016, αυτή τη φορά η PwC, επανήλθε στο θέμα και υπολόγισε τις επενδυτικές ανάγκες στα 6,5 δισ. ευρώ έως το 2021. Να σημειωθεί ότι παρόμοιο, αν και μικρότερης εντάσεως έλλειμμα κεφαλαίου έχει και η ακτοπλοΐα.
Η Καθημερινή έχει κάνει και ένα κοστολόγια διακοπών για μια μέση οικογένεια 4 ατόμων με ένα Ι.Χ. για επτά ημέρες διανυκτέρευση σε νησί του Ανατολικού Αιγαίου.
Ακτοπλοϊκά εισιτήρια (4κλινη καμπίνα + ΙΧ μετ΄επιστροφής) το κόστος ανέρχεται στα 650 ευρώ.
Έξοδα διανυκτέρευσης (150 ευρώ Χ 7 ημέρες) το κόστος ανέρχεται στα 1.050 ευρώ
Δαπάνες σίτισης (μεσημεριανό και βραδινό 40 Χ 4 άτομα Χ 7 ημέρες) 1.120 ευρώ
Άλλα έξοδα ( 40 στο πλοίο και 30 στην παραλία για ομπρέλες, παγωτό, καφέ, βενζίνη) 300 ευρώ
Τρεις νυχτερινοί έξοδοι για τους γονείς – 350 ευρώ.
Σύνολο: 3.270 ευρώ.
Πηγή: Καθημερινή