Πλήρως ενημερωμένος για την υπέρμετρη φορολογία, που έχει επιβληθεί στις τουριστικές επιχειρήσεις τα τελευταία χρόνια, έφυγε ο επίτροπος Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Πιερ Μοσκοβισί μετά τη συνάντηση που είχε με τον Πρόεδρο του ΣΕΤΕ κ.Γιάννη Ρέτσο.
Σύμφωνα με πληροφορίες μας, από πλευράς ΣΕΤΕ δόθηκαν στον κ.Μοσκοβισί, αναλυτικά στοιχεία που δείχνουν ότι η φορολογία και το μη μισθολογικό κόστος αποτελούν “ανάχωμα” στην ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού, ο οποίος καλείται να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό έναντι των υπολοίπων μεσογειακών χωρών υπό εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες. Ειδικότερα:
– Ο ελληνικός τουρισμός υφίσταται τους υψηλότερους φόρους στις επιχειρήσεις και τις επενδύσεις, έναντι της Ισπανίας, Τουρκίας, Ιταλίας, Κροατίας και Κύπρου.
– Επιπλέον, η αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ τα τελευταία χρόνια στις μεταφορές, τη διαμονή, τα τρόφιμα και τα ποτά έχει ακριβύνει τις υπηρεσίες αυτές και την εστίαση κατά μέσο όρο 5 έως 6 ποσοστιαίες μονάδες, έναντι των ανταγωνιστικών χωρών,
– Η επιβολή από την 1η Ιανουαρίου 2018 του φόρου διαμονής, πλέον του δημοτικού φόρου, επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο το κόστος διακοπών.
– Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η οικονομία του διαμοιρασμού κινείται ουσιαστικά ανεξέλεγκτη, με αναποτελεσματικό φορολογικό καθεστώς, δημιουργώντας συνθήκες άνισου ανταγωνισμού με τα ξενοδοχεία και τα υπόλοιπα τουριστικά καταλύματα. Το ελληνικό δημόσιο εκτιμάται ότι έχει απώλειες 340 εκατ. ευρώ ετησίως από τις βραχυπρόθεσμες μισθώσεις.
– Το αποτέλεσμα αυτών των επιβαρύνσεων στο τουριστικό πακέτο είναι ότι ουσιαστικά έχασε το 50% των κερδών από την ανταγωνιστικότητα που προέκυψε από την εσωτερική υποτίμηση των Προγραμμάτων Προσαρμογής για την Ελλάδα.
Έχουμε φτάσει, δηλαδή, στο σημείο οι επιχειρήσεις να λειτουργούν για να δίνουν ποικίλους φόρους στο κράτος και όχι να καρπούνται από τη δραστηριότητά τους οι επιχειρηματίες και οι εργαζόμενοι. Πλέον η συμμετοχή των επιχειρήσεων στο κράτος για τους φόρους και την κοινωνική ασφάλιση είναι σχεδόν ίση με το άθροισμα των καθαρών μισθών των εργαζομένων και του EBITDA (δείκτη κερδών προ φόρων και αποσβέσεων) (33,4% και 37,6% αντίστοιχα), όταν στις γειτονικές χώρες στην εξίσωση αυτή το πρώτο μέρος (καθαρές αποδοχές συν το EBITDA) κυμαίνεται μεταξύ 1,5 Χ (Ιταλία και Κροατία) έως πάνω από 3 Χ (Κύπρος) έναντι των φόρων και εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.
Προφανώς, τα δεδομένα αυτά είναι αποτρεπτικά και για τις επενδύσεις, καθώς η απόσβεση γίνεται πιο δύσκολη. Εμπόδια για τις επενδύσεις είναι επίσης η έλλειψη σαφών ρυθμίσεων και διαδικασιών χωροταξικού σχεδιασμού, καθώς και η μακρά περίοδος έκδοσης δικαστικών αποφάσεων στην υλοποίηση έργων. Έτσι, αν και υπάρχει έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον, λίγες επενδύσεις υλοποιούνται.
Όπως τονίστηκε στον κ.Μοσκοβισί, τα σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα στον κρατικό προϋπολογισμό τα τελευταία χρόνια, τα οποία αναμένεται να συνεχιστούν τουλάχιστον μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2020, δίνουν τη δυνατότητα για μείωση ή τουλάχιστον για εξορθολογισμό του φορολογικού καθεστώτος στη χώρα μας. Και προς αυτήν την κατεύθυνση ήρθε η ώρα για την ανάληψη πρωτοβουλιών που θα διαμορφώσουν ένα σταθερό φορολογικό καθεστώς και θα υποστηριχθούν μέτρα υπέρ της ανάπτυξης και της αποκατάστασης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας, μέσω μειώσεων σε συντελεστές ΦΠΑ, του φόρου εισοδήματος και της κατάργησης φόρων στον τουρισμό, όπως ο νεοεισαχθείς φόρος διαμονής.
Για να δούμε αν ο κ.Μοσκοβισί πρωτοστατήσει σε μια τέτοια πρωτοβουλία…