Ως must see προορισμό (37%) αντιμετωπίζουν οι τουρίστες την Αθήνα, αποτελώντας μαζί με το πολιτιστικό ενδιαφέρον (28%) και τη διασκέδαση και νυχτερινή ζωή (15%) τα τρία σημαντικότερα κριτήρια βάσει των οποίων οι διεθνείς τουρίστες επιλέγουν να επισκεφθούν την Ελληνική πρωτεύουσα.
Η Αθήνα αποτελεί must see προορισμό ιδιαίτερα για τους Σκανδιναβούς (48%) και για τους επισκέπτες από την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη (41%).
Αυτό προκύπτει, μεταξύ άλλων συμπερασμάτων, από τα αποτελέσματα της 18ης Έρευνας Ικανοποίησης Επισκεπτών Αθήνας- Αττικής για το 2022 που παρουσίασαν σήμερα το μεσημέρι σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας η ΕΞΑΑΑ, η GBR Consulting και ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών.
Τα ευρήματα της φετινής έρευνας παρουσιάσθηκαν από τους επικεφαλής της Έρευνας, κ. Stefan Merkenhof, Managing Consultant GBR Consulting και κ. Μαριπόλα Κώτση, Προϊσταμένη Έρευνας Αγοράς ΔΑΑ.
Η έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε από τον Μάιο έως και τον Οκτώβριο 2022 σε ξενοδοχεία- μέλη της ΕΞΑΑΑ αλλά και στο αεροδρόμιο σε περίπου 25.000 ταξιδιώτες από το εξωτερικό, έδειξε ότι οι επισκέπτες της Αθήνας έδωσαν την υψηλότερη αξιολόγηση της τελευταίας επταετίας από την εμπειρία τους στην πόλη το 2022, με μέσο όρο βαθμολογίας το 8.4, ωστόσο βαθμολόγησαν την εμπειρία τους με τους κατοίκους χαμηλότερα και παρότι οι αξιολογήσεις τους που αφορούν την καθαριότητα είναι αυξημένες, παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα. Το 22% κρίνει ότι η Αθήνα ήταν ανώτερη των προσδοκιών, ενώ το 60% θέλει να επιστρέψει μέσα στο 2023.
Στο επίκεντρο διασκέδαση και τουρισμός
Οι κυριότερες δράσεις τους στην Αθήνα περιστρέφονται γύρω από τη διασκέδαση και τον πολιτισμό. Με μέσο όρο επισκεψιμότητας στο 88% και κυρίαρχες αγορές τη Β. Αμερική, τη Μεσόγειο, τη Δυτική Ευρώπη, την Κεντρική/ Ανατολική Ευρώπη, το Ισραήλ και τη Σκανδιναβία, το βασικό ενδιαφέρον των επισκεπτών της Αθήνας αφορά τους αρχαιολογικούς χώρους και τα μουσεία (94%) και ακολουθούν οι οργανωμένες θεματικές περιηγήσεις, οι μαρίνες, τα εμπορικά και πολιτιστικά κέντρα και οι πολιτιστικές εκδηλώσεις.
- Οι γειτονιές που προσελκύουν περισσότερους τουρίστες είναι η Πλάκα, το Μοναστηράκι, ο Πειραιάς, το Γκάζι, το Θησείο, η συνοικία του Ψυρρή, η Γλυφάδα, το Κουκάκι, το Κολωνάκι και το Μετς.
- Οι Ισραηλινοί και οι Σκανδιναβοί επιλέγουν το Πολιτιστικό Κέντρο Σταύρος Νιάρχος, οι Αμερικανοί τη μαρίνα Ζέας, οι επισκέπτες από το Ισραήλ και την Κεντρική/ Ανατολική Ευρώπη το Φλοίσβο.
Τα city bus tour και οι κρουαζιέρες στον Αργοσαρωνικό (54% συνδυαστικά) είναι οι βασικές οργανωμένες περιηγήσεις στις οποίες συμμετέχουν οι επισκέπτες και μαζί με τη γευσιγνωσία συνιστούν το 64% των οργανωμένων δραστηριοτήτων τους.
Η πλειονότητα των διεθνών επισκεπτών της Αθήνας (63%) το 2022, επισκέφθηκε το παραλιακό μέτωπο και μόλις το 13% δεν γνωρίζει για τις ακτές της. Παρατηρήθηκε δε ιδιαίτερη αύξηση επισκεψιμότητας στη Σαλαμίνα (+17%).
Όσον αφορά τις αεροπορικές αφίξεις, το αεροδρόμιο κατέγραψε αύξηση 84% των επιβατών σε σύγκριση με το 2021 και μείωση 11% σε σχέση με το 2019, με την Αθήνα να σημειώνει ανάκαμψη μετά το πρώτο τετράμηνο της περυσινής χρονιάς. Οι διεθνείς επιβάτες ανήλθαν σε 5,6 εκατ., δηλαδή 800.000 λιγότεροι έναντι του 2019.
Μάλιστα, επισήμανε ο CEO του ΔΑΑ, κ. Γιάννης Παράσχης, η εικόνα από το αεροδρόμιο της Αθήνας μέχρι στιγμής για το 2023 είναι θετική, και ήδη η κίνηση είναι αυξημένη κατά 2% έναντι του 2019. H έρευνα για το 2022, είπε, μας προσφέρει και φέτος πολύ σημαντικά και αξιοποιήσιμα στοιχεία ως προς τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του επισκέπτη της πόλης, με στόχο τη στρατηγική ανάπτυξη του προορισμού «Αθήνα».
Εκτός από τις παραδοσιακές πλέον αγορές για την Αθήνα (ΗΠΑ, Ην. Βασίλειο, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία), το καλοκαίρι του 2022 χαρακτηρίστηκε από σημαντική ανάπτυξη συγκεκριμένων αγορών, όπως η Ελβετία, η Αυστρία, η Ολλανδία, το Ισραήλ, η Τουρκία και η Σερβία, με τους ταξιδιώτες από τα Βαλκάνια που παραδοσιακά επισκέπτονταν την Ελλάδα οδικώς να επιλέγουν και τη μεταφορά τους με πτήση προς την Αθήνα.
Από τους επισκέπτες της Αθήνας, το 57% πέρασε τουλάχιστον 24 ώρες στην πόλη έναντι αντίστοιχου ποσοστού 68% το 2019 και ο μέσος όρος διάρκειας ταξιδιού ανήλθε σε τρεις ημέρες, έναντι τεσσάρων το 2019. Το αντίστοιχα ποσοστά για την Ελλάδα συνολικά ανήλθαν σε 11 ημέρες έναντι 9 ημέρες το 2019.
Επτά στους 10 επισκέπτες της πρωτεύουσας διαμένουν σε ξενοδοχείο ενώ το 2022 τα θέρετρα συνεχίζουν να έχουν μεγάλο μερίδιο στην αγορά. Τα ζευγάρια επέλεξαν στο 82% ξενοδοχείο/ ενοικιαζόμενο δωμάτιο, οι μοναχικοί ταξιδιώτες στο 37% ιδιωτικό σπίτι, οι φίλοι στο 28% θέρετρο και οικογένειες στο 25% θέρετρο. Σε αντίθεση με τους κλασικούς τουριστικούς προορισμούς της υπόλοιπης Ελλάδας, η εποχικότητα των καταλυμάτων της Αθήνας διαμορφώνεται βάσει του γεγονότος ότι το πρώτο τρίμηνο παραμένει σε χαμηλότερα επίπεδα από τα υπόλοιπα τρία, καθώς χαρακτηρίζεται από ταξίδια φίλων. Έτσι, ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα διατηρούν το 70% – 80% της αγοράς, το οποίο περιορίζεται στο α’ τρίμηνο όπου ανεβαίνουν οι κρατήσεις σε Airbnb.
Ο Γενικός Γραμματέας της ΕΞΑΑΑ, κ. Ευγένιος Βασιλικός, ανέφερε πως «η κοινή Έρευνα ΕΞΑΑΑ και ΔΑΑ προσφέρει εγκαίρως σε όλους όσοι ασχολούνται με την τουριστική δραστηριότητα, την τουριστική πολιτική και την τουριστική προβολή της Αθήνας και της χώρας χρήσιμο υλικό, νέες πληροφορίες και στοιχεία προς αξιοποίηση σε ό,τι αφορά στο προφίλ, τις απαιτήσεις, αλλά και την ικανοποίηση των επισκεπτών από τις προσφερόμενες υπηρεσίες, υποδομές και προτάσεις του προορισμού».
Όπως επεσήμανε ο κ. Βασιλικός, «είναι ανάγκη οι εμπλεκόμενοι με τον Τουρισμό της Αθήνας – Αττικής να εστιάσουμε κυρίως στα μηνύματα που προκύπτουν και να τα αξιοποιήσουμε σε συνδυασμό με όσα ενδιαφέροντα ανέδειξε η πρόσφατη μελέτη ΕΞΑΑΑ-ΙΤΕΠ περί ‘Φέρουσας Ικανότητας Αθήνας – Αττικής’. Στόχος μας πρέπει να είναι η ενίσχυση της ποιοτικής εικόνας και πρότασης της Αθήνας προς τους επισκέπτες της, όπως και της διαπραγματευτικής της ικανότητας. Επομένως είναι αναγκαίος ένας στρατηγικός σχεδιασμός με μακροπρόθεσμο ορίζοντα ενώ παράλληλα εξίσου αναγκαίο είναι να εστιάσουμε άμεσα σε κινήσεις ενδυνάμωσης της σεζόν του 2023 και του 2024».
Στο 69% η πληρότητα των Αθηναϊκών ξενοδοχείων το 2022
- Από τον Ιούλιο του 2022 κατάφεραν τα ξενοδοχεία της πρωτεύουσας να φτάσουν σε μοτίβο 2019. Συνολικά για το 2022, τα Αθηναϊκά ξενοδοχεία σημείωσαν μείωση πληροτήτων 10,7% (στο 69,1% κατά μέσο όρο) έναντι του 2019, αύξηση της μέσης ημερήσιας τιμής δωματίου (ADR) 14% και αύξηση των εσόδων ανά διαθέσιμο δωμάτιο (RevPAR) 2%.
- Σε σύγκριση με πόλεις της Μεσογείου το 2022, μόνο η Κωνσταντινούπολη κατάφερε να ξεπεράσει τα επίπεδα του 2019 σε ξενοδοχειακή πληρότητα. Αναφορικά με τις τιμές δωματίων, η Ρώμη ξεπέρασε με διαφορά τις πόλεις της Μεσογείου, αλλά και τις περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες με αύξηση 32% 2022/19.
- Ο ξενοδοχειακός όγκος είναι συγκεντρωμένος στην περιοχή γύρω από το Κουκάκι, την Πλατεία Συντάγματος, την Ομόνοια και το Μοναστηράκι. Το 2022 περίπου το 72% όλων των ξενοδοχείων στην Αττική (μη συμπεριλαμβανομένων των νησιών του Αργοσαρωνικού) βρίσκονται στο Κεντρικό Τομέα Αθηνών και ο αριθμός των δωματίων ξενοδοχείων στο κέντρο αυξήθηκε κατά 19% κατά την περίοδο 2015 – 2022.
- Από το 2015 έως το 2019, οι βραχυχρόνιες μισθώσεις σημείωσαν σύνθετο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης +60%, ενώ οι πληρότητες των ξενοδοχείων +0,9%.
Οι 10 φυλές των τουριστών που επιλέγουν Αθήνα
Το προφίλ των ταξιδιωτών της πρωτεύουσας συνθέτουν οι αρχαιόφιλοι, οι φιλότεχνοι, οι δραστήριοι, οι διερχόμενοι, οι νυχτόβιοι, οι αγοραστές, οι καλοφαγάδες, οι θαλασσινοί, οι ανθρωποκεντρικοί και οι επαγγελματίες.
Έξι στους 10 αλλοδαπούς τουρίστες (επαγγελματίες) επισκέπτονται την Ακρόπολη, έναντι τεσσάρων στους 10 Έλληνες, και μάλιστα οι διεθνείς ταξιδιώτες ηλικίας 36-55 ανέφεραν ότι την έχουν επισκεφθεί περισσότερες από 1 φορά. Οι δημοφιλέστερες περιηγήσεις τους γίνονται στην Πλάκα, στο Μοναστηράκι, στο Κολωνάκι και στη Γλυφάδα, ενώ πραγματοποιούν υψηλές δαπάνες σε εστιατόρια και σε εμπορικά καταστήματα καθώς συνοδεύουν την εργασία με την αναψυχή. Στην πλειονότητά τους ταξιδεύουν μόνοι και το 30% μαζί με τον/τη σύντροφο. Οι ηλικίες 36-45 έχουν επαφή με τον τοπική κοινωνία και οι 45-55 ξοδεύουν σε αγορές.
Στην κατηγορία των «διερχόμενων», για τους οποίους η Αθήνα παραμένει ενδιάμεσος σταθμός, παρατηρήθηκε μέσος όρος διανυκτερεύσεων 1,6. Ταξιδεύουν κυρίως για αναψυχή μαζί με τον/τη σύντροφο, επισκέπτονται την Ακρόπολη και το μουσείο της αλλά και την Πλάκα και το Μοναστηράκι, 2 στους 10 συμμετέχουν σε city bus, πραγματοποιούν υψηλές δαπάνες, παραμένουν πολύ ικανοποιημένοι από την εμπειρία τους στην πόλη και το 90% θέλει να επιστρέψει.
Οι ημερήσιες δαπάνες των επισκεπτών με ειδικά ενδιαφέροντα είναι υψηλότερες από εκείνους που δεν έχουν ειδικό ενδιαφέρον («Χαλαροί»). Οι «επαγγελματίες» σημειώνουν τη μεγαλύτερη μέση ημερήσια δαπάνη (180 ευρώ) και ακολουθούν οι αγοραστές, οι νυχτόβιοι, οι καλοφαγάδες και οι διερχόμενοι.
Οι “χαλαροί”
Παράλληλα με τους ταξιδιώτες που έχουν ταξιδέψει στην Αθήνα με συγκεκριμένο ενδιαφέρον και σχεδίασαν ανάλογα το πρόγραμμά τους στην πόλη, υπάρχει, ωστόσο, ένα μεγάλο μερίδιο -περίπου το ένα τρίτο των ταξιδιωτών αναψυχής- που δεν έχει κάποιο συγκεκριμένο ενδιαφέρον κι έχει επιλέξει μια πιο ‘χαλαρή’ προσέγγιση, χωρίς να έχει την πρόθεση να επισκεφτεί όσο το δυνατόν περισσότερα αξιοθέατα. Με αυτό τον τρόπο, οι ‘χαλαροί’ αισθάνονται ότι έχουν περιορισμένη επαφή με τους ντόπιους και τον τρόπο ζωής τους. Όλα αυτά δεν επηρεάζουν την συνολική ικανοποίησή τους, καθώς οι ‘χαλαροί’ είναι πολύ ικανοποιημένοι, αξιολογώντας τη συνολική εμπειρία τους στην πόλη με βαθμό 8,4. Ξοδεύουν λιγότερα σε σύγκριση με τα άλλα προφίλ ταξιδιωτών. Είναι σαφές ότι τα άλλα προφίλ ξοδεύουν περισσότερα χρήματα, που σημαίνει ότι συγκεκριμένες εμπειρίες τους παρέχουν το κίνητρο να αυξήσουν τις δαπάνες στην πόλη.
Παρά τα διαφορετικά ενδιαφέροντα, σχεδόν όλοι οι επισκέπτες στην Αθήνα, συμπεριλαμβανομένων των επαγγελματιών, έχουν τα εξής κοινά: επισκέπτονται συνήθως την Ακρόπολη και το Μουσείο της Ακρόπολης, συνδυάζοντας μια βόλτα στην Πλάκα και το Μοναστηράκι. Αυτό σημαίνει επίσης ότι οι τουριστικές ροές παρουσιάζουν συγκέντρωση σε συγκεκριμένες γειτονιές, εστιάζοντας σχεδόν αποκλειστικά στην αναψυχή και την ψυχαγωγία και επηρεάζοντας τους κατοίκους που παρατηρούν να μειώνεται η αστική βιωσιμότητα των γειτονιών τους.
Η αναγνωρισιμότητα του παραλιακού μετώπου της Αθήνας έχει βελτιωθεί, με 63% των διαμενόντων σε ξενοδοχεία να το επισκέπτονται, ενώ η πλειονότητα όσων δεν το επισκέφθηκαν, πλέον το γνωρίζει. Επίσης, η αναγνωρισιμότητα των Νησιών του Αργοσαρωνικού βελτιώνεται, αλλά παραμένει ακόμα σε χαμηλά επίπεδα.