ΘΕΜΑΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ - ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Πώς έχασε τη δυναμική του το ελληνικό ελαιόλαδο στη βρετανική αγορά

Ισπανία και Ιταλία διατηρούν δεσπόζουσα θέση στη βρετανική αγορά ελαιολάδου, ενώ και τα μεγέθη των εταιρειών τους είναι σαφώς διαφορετικά από αυτά της μέσης ελληνικής εξαγωγικής επιχείρησης.

Από την άλλη πλευρά, το μερίδιο της Ελλάδας στο εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο είναι συγκρίσιμο με αυτό χωρών που δεν είναι καν ελαιοπαραγωγοί και που κατά πάσα πιθανότητα πωλούν και προϊόν ελληνικής προέλευσης. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός, ότι πωλείται ελληνικό ελαιόλαδο ιδιωτικής ετικέτας συσκευασμένο σε χώρα άλλη από την Ελλάδα ή το Ηνωμένο Βασίλειο.

Η επιλογή εξαγωγής προϊόντος υψηλής ποιότητας, αλλά χαμηλής προστιθέμενης αξίας στις μεγάλες ελαιοπαραγωγούς ή στις έμπειρες εξαγωγικά χώρες (π.χ. Ιταλία, Ισπανία), παραμένει αμφιλεγόμενη, τόσο για τη φήμη του ίδιου του προϊόντος, όσο και για την απόδοση της επένδυσης των παραγωγών.

Το 2020 φάνηκε να αναπτύσσεται μια δυναμική για το ελληνικό ελαιόλαδο, καθώς το δοκίμασαν περισσότεροι καταναλωτές, είτε από επιλογή, είτε από ανάγκη.

Τα στοιχεία του πρώτου εξαμήνου 2021 υποδηλώνουν ότι με την ομαλοποίηση της τροφοδοσίας, η δυναμική αυτή χάθηκε και ότι η Ιταλία κυρίως, παραμένει η προμηθεύτρια χώρα επιλογής για τους Βρετανούς αγοραστές, με τα ελληνικά προϊόντα να λειτουργούν συμπληρωματικά για την ενίσχυση της προσφερόμενης γκάμας τους, ή για την κάλυψη αιφνίδιων ελλείψεων.

Έτσι, η προσδοκία απόσπασης αξιόλογου μεριδίου από τις δύο βασικές προμηθεύτριες χώρες ως προς τα επώνυμα προϊόντα τους φαίνεται πολύ δύσκολα επιτεύξιμη.

Ωστόσο, η Ελλάδα θα μπορούσε τουλάχιστον να διεκδικήσει απευθείας το μερίδιό της στη βρετανική αγορά στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας με περιεχόμενο ελληνικής προέλευσης και συσκευασία χώρας άλλης από την Ελλάδα ή το Ηνωμένο Βασίλειο.

Δεδομένου του μεγέθους της βρετανικής αγοράς και της διαπραγματευτικής δύναμης των δικτύων λιανικής, καλύτερα αποτελέσματα θα μπορούσε πιθανά να φέρει κάποια συλλογική προσπάθεια, που θα δημιουργούσε το κρίσιμο μέγεθος στους συμμετέχοντες εξαγωγείς, ώστε να μπορέσουν να επιτύχουν μεγαλύτερη κάλυψη, ανταγωνιστικές τιμές, σταθερή προσφορά και περιορισμό του κόστους διαχείρισης της εξαγωγικής προσπάθειας.

Η πιθανή ανάδειξη νέων ανταγωνιστών από τρίτες χώρες, συνηγορεί επίσης στη διερεύνηση του ενδεχομένου σύμπραξης μεταξύ Ελλήνων παραγωγών και εξαγωγέων.

Όσον αφορά τα ελαιόλαδα που τοποθετούνται ως μη μαζικά, εκλεκτά είδη, βεβαίως η διαφοροποίηση μπορεί να στηριχθεί εν μέρει στην ιδιαιτερότητα της συσκευασίας, αλλά οι εξαγωγείς θα πρέπει επίσης να είναι διατεθειμένοι να επενδύσουν σημαντικά για την είσοδό τους στην αγορά των μεγάλων καταστημάτων εκλεκτών ειδών και σε εξειδικευμένες αγορές (niche markets) και να πείσουν για τη μοναδικότητα των προϊόντων τις ειδικές ομάδες ενδιαφέροντος στις οποίες απευθύνονται.

Συσκευασίες που ανταποκρίνονται στις περιβαλλοντικές ευαισθησίες και που διευκολύνουν τη δοσομέτρηση, θα πρέπει να θεωρούνται εκ των ων ουκ άνευ. Επιτακτική είναι και η ανάγκη συνεπούς προβολής του ελληνικού ελαιολάδου.

Η σταθερή και όχι αποσπασματική συμμετοχή σε επιλεγμένες εμπορικές εκθέσεις και σε άλλες προωθητικές δράσεις στον κλαδικό τύπο, η οργάνωση προγραμμάτων προσκεκλημένων αγοραστών, η διοργάνωση εκδηλώσεων ελληνικής κουζίνας και παρουσιάσεων σε εξειδικευμένα κοινά, συνεισφέρουν στην ανάπτυξη, στη διατήρηση και στη διεύρυνση της σχέσης με τη βρετανική αγορά, όπως και στην παγίωση του ελληνικού προϊόντος στη συνείδηση των αγοραστών.

Σχολιάστε